Μια και γράφει για την επίθεση των γερμανών ας δούμε στο παρακάτω κείμενο και για την απόβαση των Ιταλών. Από το κείμενο ενός Ιταλού δημοσιογράφου. Από τα παρακάτω είναι φανερό γιατί ο Μουσολίνι προσπάθησε να την κρύψει από την επίσημη ιστορία. Απώλειες του εκστρατευτικού σώματος 80%, χωρίς να έχουν συναντήσει τον εχθρό και χωρίς να έχουν ρίξει ούτε σφαίρα, παρά μόνο σε κότες και γουρούνια.
Η μάχη στα Περβόλια.
Λεπτομέρειες είχα ακούσει από τη μητέρα μου, θείες μου και οικογενειακούς φίλους που τις έζησαν.
Ακολούθησαν εκτελέσεις. Το μνημείο των 110 μαρτύρων στα Μισίρια:
Και μια και ήταν πρόσφατα η γιορτή της μητέρας μια ιστορία για τους Ναζί και μια μητέρα. Συγγραφέας ο Γερμανός Έριχ Κέστνερ. Πολλά έργα του έγιναν κινηματογραφικές παραγωγές, άλλα μεταφέρθηκαν στο θέατρο και πολλά βιβλία του, μεταξύ των οποίων και δημοφιλή έργα του για παιδιά, έγιναν παρανάλωμα του πυρός στις 10 Μαΐου 1933, όταν το ναζιστικό καθεστώς προχώρησε στο “Ολοκαύτωμα των Βιβλίων”, στην πλατεία Όπερας του Βερολίνου: Με πρωτοστάτες τους φοιτητές που είχαν προσχωρήσει στις γραμμές των Ναζί, 20.000 βιβλία συγγραφέων κάηκαν, χαρακτηριζόμενα ως αντιγερμανικά. Ο Έριχ Κέστνερ ήταν μάλιστα αυτόπτης μάρτυρας της πυράς εκείνο το βράδυ στην πλατεία της Όπερας: «Βρισκόμουν μπροστά από το Πανεπιστήμιο, ανάμεσα σε φοιτητές, το άνθος του έθνους μας, με ναζιστικές στολές, και έβλεπα τα βιβλία μας να γίνονται παρανάλωμα του πυρός» έγραψε αργότερα. Μην μπορώντας να διαφύγει, ο Κέστνερ παρέμεινε στη ναζιστική Γερμανία, όπου και υπέστη σκληρή λογοκρισία και απαγόρευση της έκδοσης των έργων του.
Γραφει «… Το 1952 επήγα, για πρώτη φορά στην Αθήνα μετά τον Πόλεμο του 1941-44, στον οποίο συμμετείχα, μάλιστα στην Κρήτη. Η Γερμανική Πρεσβεία, όταν άκουσε πως είχα πρόθεση να πάω στην Κρήτη, μου συνέστησε να λέγω ότι είμαι Ελβετός, επειδή ήταν πολύ νωρίς ακόμη κι οι πληγές από την Γερμανική Κατοχή ήταν ανεπούλωτες».
«Αλλά εγώ τους ήξερα, τους Κρήτες. Από την πρώτη στιγμή είπα πως είμαι Γερμανός. Κι όχι μόνον δεν κακόπαθα, αλλά ξανάζησα παντού, όπου επέρασα τη θρυλική κρητική φιλοξενία».
«Ένα σούρουπο όμως, καθώς ο ήλιος εβασίλευε, επήγα και στο Γερμανικό νεκροταφείο. Εκεί υπήρχε και μία μαυροφορεμένη γυναίκα. Με μεγάλη μου έκπληξη, την είδα να ανάβει κεριά στους τάφους των Γερμανών νεκρών του Πολέμου και να πηγαίνει μεθοδικά από μνήμα σε μνήμα. Την επλησίασα και την ρώτησα: Είσθε από εδώ; Μάλιστα, μου απάντησε. Και τότε, γιατί το κάνετε αυτό; Οι άνθρωποι αυτοί σκότωσαν τους Κρητικούς».
«Παιδί μου, από την προφορά σου φαίνεσαι ξένος και δεν θα γνωρίζεις τι συνέβη εδώ στα 41 με 44. Ο άντρας μου σκοτώθηκε στη Μάχη της Κρήτης κι έμεινα με τον μονάκριβο γιό μου. Αλλά μου τον πήραν οι Γερμανοί όμηρο στα 1943 και πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, στο Σαξενχάουζεν»,
«Δεν ξέρω, αν είναι θαμμένο και πού, το παιδί μου. Ξέρω όμως πώς κι όλοι αυτοί εδώ, οι νεκροί Γερμανοί ήταν παιδιά κάποιων μανάδων, σαν κι εμένα. Κι ανάβω κεριά στη μνήμη τους, επειδή οι μάνες τους, δεν μπορούν να έλθουν εδώ κάτω».
«Σίγουρα, μια άλλη μάνα, θα ανάβει το καντήλι στη μνήμη του γιού μου». Κι ο Γερμανός συγγραφέας κατέληξε με τα λόγια του υπότιτλου της ιστορικής του διήγησης: «Μόνο στην Ελλάδα, θα μπορούσε να δοθεί η απάντηση αυτή».
Καλημέρα προς όλους και καλό βόλι…
Αποστόλη αυτό που ξέρω είναι πως πολλοί απλοί άνθρωποι
εκλιπαρούσαν να τους δοθεί κάτι ”κοφτερό” στα χέρια και να πάνε
να αντισταθούν. Πήγαν βέβαια και με μηδαμινά μέσα ,που πολλά τα έπαιρναν από σκοτωμένους η τραυματισμένους Γερμανούς, κατάφεραν
να εμποδίσουν την είσοδο στην πόλη ,το Ρέθεμνος εννοώ, για 9 ημέρες
από την ανατολική μεριά που έπεφταν τα αλεξίπτωτα.
(Ένα τέτοιο -δεν ξέρω πως-είχε η γιαγιά μου ρίξει στο πηγάδι του σπιτιού στο χωριό ,να μην το δουν λέει οι Γερμανοί, όταν επίταξαν το σπίτι και όταν έφυγαν το ανέσυραν και έκαμαν πουκάμισα μού’πε η μάνα μου .
Πολλές οι ιστορίες γραπτές και προφορικά μεταδιδόμενες από την περίοδο αυτή,
όπως π.χ αυτές που αναφέρονται στα σχόλια του Χαράλαμπου και του Γιάννη
Μια και γράφει για την επίθεση των γερμανών ας δούμε στο παρακάτω κείμενο και για την απόβαση των Ιταλών. Από το κείμενο ενός Ιταλού δημοσιογράφου. Από τα παρακάτω είναι φανερό γιατί ο Μουσολίνι προσπάθησε να την κρύψει από την επίσημη ιστορία. Απώλειες του εκστρατευτικού σώματος 80%, χωρίς να έχουν συναντήσει τον εχθρό και χωρίς να έχουν ρίξει ούτε σφαίρα, παρά μόνο σε κότες και γουρούνια.
https://archive.patris.gr/articles/60563
Καλησπέρα Παντελή και Χαράλαμπε. Μια εικαστική προσέγγιση.
Έχει γραφτεί ότι η λέξη “αντίσταση” για πρώτη φορά πήρε σάρκα και οστά, σε αυτή τη Μάχη.
Η μάχη στα Περβόλια.

Λεπτομέρειες είχα ακούσει από τη μητέρα μου, θείες μου και οικογενειακούς φίλους που τις έζησαν.
Ακολούθησαν εκτελέσεις. Το μνημείο των 110 μαρτύρων στα Μισίρια:
Και μια και ήταν πρόσφατα η γιορτή της μητέρας μια ιστορία για τους Ναζί και μια μητέρα. Συγγραφέας ο Γερμανός Έριχ Κέστνερ. Πολλά έργα του έγιναν κινηματογραφικές παραγωγές, άλλα μεταφέρθηκαν στο θέατρο και πολλά βιβλία του, μεταξύ των οποίων και δημοφιλή έργα του για παιδιά, έγιναν παρανάλωμα του πυρός στις 10 Μαΐου 1933, όταν το ναζιστικό καθεστώς προχώρησε στο “Ολοκαύτωμα των Βιβλίων”, στην πλατεία Όπερας του Βερολίνου: Με πρωτοστάτες τους φοιτητές που είχαν προσχωρήσει στις γραμμές των Ναζί, 20.000 βιβλία συγγραφέων κάηκαν, χαρακτηριζόμενα ως αντιγερμανικά. Ο Έριχ Κέστνερ ήταν μάλιστα αυτόπτης μάρτυρας της πυράς εκείνο το βράδυ στην πλατεία της Όπερας: «Βρισκόμουν μπροστά από το Πανεπιστήμιο, ανάμεσα σε φοιτητές, το άνθος του έθνους μας, με ναζιστικές στολές, και έβλεπα τα βιβλία μας να γίνονται παρανάλωμα του πυρός» έγραψε αργότερα. Μην μπορώντας να διαφύγει, ο Κέστνερ παρέμεινε στη ναζιστική Γερμανία, όπου και υπέστη σκληρή λογοκρισία και απαγόρευση της έκδοσης των έργων του.
Γραφει «… Το 1952 επήγα, για πρώτη φορά στην Αθήνα μετά τον Πόλεμο του 1941-44, στον οποίο συμμετείχα, μάλιστα στην Κρήτη. Η Γερμανική Πρεσβεία, όταν άκουσε πως είχα πρόθεση να πάω στην Κρήτη, μου συνέστησε να λέγω ότι είμαι Ελβετός, επειδή ήταν πολύ νωρίς ακόμη κι οι πληγές από την Γερμανική Κατοχή ήταν ανεπούλωτες».
«Αλλά εγώ τους ήξερα, τους Κρήτες. Από την πρώτη στιγμή είπα πως είμαι Γερμανός. Κι όχι μόνον δεν κακόπαθα, αλλά ξανάζησα παντού, όπου επέρασα τη θρυλική κρητική φιλοξενία».
«Ένα σούρουπο όμως, καθώς ο ήλιος εβασίλευε, επήγα και στο Γερμανικό νεκροταφείο. Εκεί υπήρχε και μία μαυροφορεμένη γυναίκα. Με μεγάλη μου έκπληξη, την είδα να ανάβει κεριά στους τάφους των Γερμανών νεκρών του Πολέμου και να πηγαίνει μεθοδικά από μνήμα σε μνήμα. Την επλησίασα και την ρώτησα: Είσθε από εδώ; Μάλιστα, μου απάντησε. Και τότε, γιατί το κάνετε αυτό; Οι άνθρωποι αυτοί σκότωσαν τους Κρητικούς».
«Παιδί μου, από την προφορά σου φαίνεσαι ξένος και δεν θα γνωρίζεις τι συνέβη εδώ στα 41 με 44. Ο άντρας μου σκοτώθηκε στη Μάχη της Κρήτης κι έμεινα με τον μονάκριβο γιό μου. Αλλά μου τον πήραν οι Γερμανοί όμηρο στα 1943 και πέθανε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης, στο Σαξενχάουζεν»,
«Δεν ξέρω, αν είναι θαμμένο και πού, το παιδί μου. Ξέρω όμως πώς κι όλοι αυτοί εδώ, οι νεκροί Γερμανοί ήταν παιδιά κάποιων μανάδων, σαν κι εμένα. Κι ανάβω κεριά στη μνήμη τους, επειδή οι μάνες τους, δεν μπορούν να έλθουν εδώ κάτω».
«Σίγουρα, μια άλλη μάνα, θα ανάβει το καντήλι στη μνήμη του γιού μου». Κι ο Γερμανός συγγραφέας κατέληξε με τα λόγια του υπότιτλου της ιστορικής του διήγησης: «Μόνο στην Ελλάδα, θα μπορούσε να δοθεί η απάντηση αυτή».
Καλημέρα προς όλους και καλό βόλι…
Αποστόλη αυτό που ξέρω είναι πως πολλοί απλοί άνθρωποι
εκλιπαρούσαν να τους δοθεί κάτι ”κοφτερό” στα χέρια και να πάνε
να αντισταθούν. Πήγαν βέβαια και με μηδαμινά μέσα ,που πολλά τα έπαιρναν από σκοτωμένους η τραυματισμένους Γερμανούς, κατάφεραν
να εμποδίσουν την είσοδο στην πόλη ,το Ρέθεμνος εννοώ, για 9 ημέρες
από την ανατολική μεριά που έπεφταν τα αλεξίπτωτα.
(Ένα τέτοιο -δεν ξέρω πως-είχε η γιαγιά μου ρίξει στο πηγάδι του σπιτιού στο χωριό ,να μην το δουν λέει οι Γερμανοί, όταν επίταξαν το σπίτι και όταν έφυγαν το ανέσυραν και έκαμαν πουκάμισα μού’πε η μάνα μου .
Πολλές οι ιστορίες γραπτές και προφορικά μεταδιδόμενες από την περίοδο αυτή,
όπως π.χ αυτές που αναφέρονται στα σχόλια του Χαράλαμπου και του Γιάννη