
Στις 22 Ιουνίου 1633 η Ιερά Εξέταση καταδικάζει το Γαλιλαίο με την κατηγορία του ‘σφόδρα υπόπτου ως αιρετικού’, επειδή πίστευε και υποστήριζε την άποψη – που ήταν ψευδής και αντίθετη με την Αγία Γραφή – ότι ο Ήλιος είναι στο κέντρο του κόσμου και η Γη περιφέρεται γύρω του, άρα δεν αποτελεί το κέντρο του κόσμου.
Η ‘υπόθεση Γαλιλαίου’, όπως αποκαλείται σήμερα, έχει ασκήσει – και πιθανότατα θα συνεχίσει να το κάνει – μεγάλη γοητεία. Αυτό οφείλεται κυρίως στον τρόπο που συνήθως παρουσιάζεται – γνήσιο τέκνο της εποχής του Διαφωτισμού, κατά την οποία δημιουργήθηκε ο μύθος του γενναίου Γαλιλαίου που ήρθε αντιμέτωπος με τη συντηρητική Καθολική Εκκλησία, αναφωνώντας στο τέλος της δίκης του το περίφημο ‘κι όμως κινείται’ – μία φράση για την οποία δεν υπάρχουν τεκμήρια ότι πράγματι την εκστόμισε.
Στο παρόν κείμενο μας ενδιαφέρει το τέλος της ιστορίας, αν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει κάτι τέτοιο, η ‘αποκατάσταση’ δηλαδή του ονόματος του Γαλιλαίου από τον Πάπα Ιωάννη Παύλο Β’ (1920-2005) το 1992. Το 1979 σε ομιλία του στην Ποντιφική Ακαδημία Επιστημών με αφορμή τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Einstein, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’ αναγνωρίζει ότι στην περίπτωση Γαλιλαίου έγιναν λάθη και λίγο αργότερα διορίζει επιτροπή με σκοπό τη διερεύνηση των σφαλμάτων που οδήγησαν στην καταδίκη του Γαλιλαίου. Δεκατρία χρόνια αργότερα σε ομιλία του στην Ακαδημία με θέμα ‘Η ανάδυση της πολυπλοκότητας στα μαθηματικά, τη φυσική, τη χημεία και τη βιολογία’ ο Πάπας θα παραδεχτεί ότι ‘ο Γαλιλαίος, ένας ειλικρινής πιστός, φάνηκε να είναι πιο διορατικός από τους θεολόγους που ήταν απέναντί του’.
Προκειμένου να γίνει αντιληπτό το πνεύμα των ομιλιών, θεωρήθηκε απαραίτητο να περιγραφούν εντελώς επιγραμματικά δύο περίοδοι στις οποίες ξεδιπλώνεται η υπόθεση Γαλιλαίου: η πρώτη (1609-1633) ξεκινά από τις πρώτες ανακαλύψεις με το τηλεσκόπιο και τελειώνει με τη δίκη και καταδίκη του το 1633. Η δεύτερη αφορά την περίοδο 1633-1992 και τους χειρισμούς της υπόθεσης εκ μέρους της Καθολικής Εκκλησίας.
Η μετάφραση των ομιλιών του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’ έγινε από τα Αγγλικά και προστέθηκαν κάποια λίγα σχόλια προς διευκόλυνση της ανάγνωσης με την ένδειξη ‘Σ.τ.Μ.’. Την ευθύνη για τα όποια μεταφραστικά λάθη φέρει αποκλειστικά ο γράφων.
Ευχαριστώ τον φίλο Γιώργο Φασουλόπουλο για την προσεκτική ματιά και τις εύστοχες παρατηρήσεις του.
 
 by
by 
Καλημέρα Αποστόλη και συγχαρητήρια για το νέο σου πόνημα.
Τι κατάλαβα από μια πρώτη ανάγνωση;
Ο Γαλιλαίος δεν έκανε μόνο «τη δουλειά» του επιστήμονα θεμελιώνοντας την επιστημονική σκέψη, αλλά ταυτόχρονα έδωσε και την διέξοδο που επέλεξε μετά από 350 χρόνια η καθολική εκκλησία, για να πει, ότι «πάλι ωραίοι είμαστε»!!!
«Παραδόξως, ο Γαλιλαίος, ένας ειλικρινής πιστός, φάνηκε να είναι πιο διορατικός από τους θεολόγους που ήταν απέναντί του. Έγραψε στον Castelli: ‘Εάν η Γραφή δεν μπορεί να σφάλει, ορισμένοι των ερμηνευτών και των σχολιαστών της μπορούν και το πράττουν με πολλούς τρόπους’. Το ίδιο προκύπτει επίσης από την επιστολή του στη Χριστίνα της Λωρραίνης (1615), η οποία αποτελεί ένα είδος μικρής πραγματείας σχετικά με τη βιβλική ερμηνεία.»
Το αποδεικνύει το παραπάνω απόσπασμα από την ομιλία του Πάπα Ιωάννη Παύλου του Β΄…
Αλλά και ο Γαλιλαίος πάντα ευέλικτος απέναντι στην εξουσία της Καθολικής εκκλησίας, αλλά επίσης ήξερε να ευχαριστεί τους πάτρωνές του… Πάντα δίπλα στην εξουσία!
«Ο Γαλιλαίος θα αφιερώσει τον πρόλογο του βιβλίου του στον Cosimo II, ονομάζοντας τους τέσσερις δορυφόρους του Δία “Μεδίκια Άστρα” και θα πάρει τον τίτλο “Πρώτος Μαθηματικός και Φιλόσοφος” των Μεδίκων στο Πανεπιστήμιο της Πίζας.»
Σε ευχαριστούμε πολύ Αποστόλη!
Γεια σου Διονύση και σε ευχαριστώ. Εϊναι πιθανό ο Γαλιλαίος να ήρθε σε επαφή με τα δίκτυα εξουσίας από μικρή ηλικία, αφού η μητέρα του προερχόταν από εύπορη οικογένεια και ο πατέρας του ως διάσημος μουσικός είχε επαφές με πάτρονες. Παρά το γεγονός ότι η Εκκλησία δεν είχε αρχικά πρόβλημα με το De Revolutionibus του Κοπέρνικου, οι εποχές ήταν δύσκολες: η καταδίκη του Giordano Bruno το 1600 από την Ιερά Εξέταση ήταν σχετικά ‘φρέσκια’, οπότε ο Γαλιλαίος θα έπρεπε να προσέχει, φροντίζοντας να τα έχει καλά με την Εκκλησία και τους φορείς της. Το γεγονός ότι στην επιστολή προς τη Δούκισσα Χριστίνα – που στην πραγματικότητα απευθυνόταν σε όλους τους εμπλεκόμενους – χρησιμοποιεί ως επιχείρημα τον Άγιο Αυγουστίνο, δείχνει ότι γνώριζε πολύ καλά και αξιοποιούσε τους κανόνες ρητορικής.
Αποστόλη καλησπέρα , τρομερή δουλειά ως συνήθως – μπράβο και στον Γιώργο ! …. Πέρα απ’ όλα τ’ αλλά νομίζω ότι το Sidereus Nuncius’ είναι πολύ heavy metal όνομα !
Καλημέρα Παναγιώτη και σε ευχαριστώ.
Αποστόλη ευχαριστούμε πολύ. Εξαιρετική εργασία. Να σχολιάσω ποσο σημαντικό ειναι που εχεις αναφορές και βιβλιογραφία. Αντιγραφω και στο μπλογκ μου.
Ευχαριστώ Τίνα. Είναι αδιανόητη η μη αναγραφή πηγών ακόμη και σε μια ερασιτεχνική δουλειά σαν κι αυτή.
«Το 1941 η Καθολική Εκκλησία μετά από σχεδόν τριακόσια χρόνια από το θάνατο του Γαλιλαίου προαναγγέλλει πρωτοβουλίες για την ‘αποκατάσταση’ του Γαλιλαίου. O πρόεδρος της Ποντιφικής Ακαδημίας Επιστημών Agostino Gemelli σε ομιλία του για το Γαλιλαίο υποστήριξε για πρώτη φορά ότι η δίκη του ήταν ένα λάθος των θεολόγων και ότι ο Γαλιλαίος ήταν ένας καλός πιστός που ποτέ δεν θεώρησε ότι υπήρχε αντίφαση μεταξύ επιστήμης και θρησκείας».
Ας επισημανθεί ότι η ευθύνη για την καταδίκη του Γαλιλαίου αποδίδεται για πρώτη φορά στους θεολόγους κατήγορους επί καθεστώτος ιταλικού φασισμού.
Μια ακόμα εκδήλωση αυτού που ονομάστηκε «αντιδραστικός μοντερνισμός»;
Παίρνοντας την πάσα Γιώργο, ας δούμε δύο βιογραφικά στοιχεία για τον Gemelli από τη Wikipedia:
Οι γονείς του ήταν εύποροι, άθρησκοι και μέλη ελευθεροτεκτόνων. Σε νεαρή ηλικία έγινε μέλος του ιταλικού σοσιαλιστικού κόμματος. Σπούδασε ιατρική με ενδιαφέροντα στη νευροψυχολογία και κατά τη στρατιωτική θητεία του σε νοσοκομείο το 1903, μεταστράφηκε από αγνωστικιστή σε μέλος του τάγματος των Φραγκισκανών. Χειροτονήθηκε πέντε χρόνια μετά. Το 1921 ιδρύει το Καθολικό Πανεπιστήμιο, με σκοπό να χρησιμεύσει ως μέσο δημιουργίας μιας νέας ηγετικής τάξης μορφωμένων κληρικών, που θα μπορούσαν να διαμορφώσουν και να επηρεάσουν την κοινωνία και την πολιτική. Η δεύτερη μεταστροφή του Gemelli λαμβάνει χώρα το 1924: δημοσιεύει ένα αντισημιτικό άρθρο εναντίον του εβραϊκού πνεύματος και του ιταλού σοσιαλιστή φιλόσοφου Felice Momigliano. Απομακρύνθηκε σταδιακά από το σοσιαλισμό υιοθετώντας και υποστηρίζοντας τους ρατσιστικούς νόμους του φασιστικού καθεστώτος. Το 1929 η Αγία Έδρα συνάπτει Κονκορδάτο με την κυβέρνηση Μουσολίνι, το οποίο καθιστά την Καθολική Εκκλησία επίσημη θρησκεία της Ιταλίας. Κατά παράκληση του Πάπα Πίου ΙΑ’ ο Gemelli γίνεται ο πρώτος πρόεδρος της Ποντιφικής Ακαδημίας Επιστημών το 1937. Υπήρξε διακεκριμένη μορφή για την ιταλική ψυχολογία και το έργο του είχε επιρροές τόσο από την καθολική σκέψη όσο και από τη φασιστική ιδεολογία.
Το ερμηνευτικό κλειδί κλεινόταν σ’ ένα όνομα!
Γιώργο τολμώ να υποθέσω ότι η απόδοση ευθυνών στους (αμόρφωτους) θεολόγους από τον Gemelli, ήταν στο πνεύμα της ελιτίστικης προσέγγισης που οραματίστηκε για το πανεπιστήμιο που ίδρυσε.
λογικό