Η Φυσική ο μεγάλος ασθενής του Λυκείου

Χωρίς «θύματα» εφαρμόστηκε η Τράπεζα Θεμάτων στην Α και Β Λυκείου τον περασμένο Ιούνιο, σε αντίθεση με την προηγούμενη εφαρμογή της το 2014, όπου το 30% των μαθητών είχαν μείνει μετεξεταστέοι στα Μαθηματικά. Τι άλλαξε; Οι μαθητές διάβασαν περισσότερο και ανέβηκε το επίπεδό τους;

Το 2014 για να προαχθεί ένας μαθητής στην επόμενη τάξη έπρεπε να έχει μέσο όρο στα βασικά μαθήματα τουλάχιστον 10. Αυτή η προϋπόθεση δεν ίσχυσε φέτος. Για να προαχθεί ένας μαθητής στην επόμενη τάξη αρκούσε να έχει γενικό μέσο όρο 10 και μάλιστα στο γενικό μέσο όρο συνυπολογιζόταν και ο βαθμός στη Γυμναστική, που, στην πλειοψηφία των μαθητών, είναι, συνήθως, πάνω από 18. Αυτό επέτρεψε στους μαθητές να προαχθούν ακόμη και με πολύ χαμηλή βαθμολογία στα βασικά μαθήματα, αν μπορούσαν να καλύψουν το χαμηλό βαθμό από κάποιο άλλο μάθημα. Αν ένας μαθητής είχε βαθμό στα Μαθηματικά 5 και στα Θρησκευτικά 15 κάλυπτε το 5 των Μαθηματικών από τα Θρησκευτικά και πέρασε στην επόμενη τάξη.

Υπήρξε και ένα άλλο γεγονός που βοήθησε τους μαθητές. Με την Τράπεζα Θεμάτων τα μισά θέματα προκύπτουν από ηλεκτρονική κλήρωση, το πρωί της ημέρας εξέτασης του μαθήματος. Το Υπουργείο Παιδείας αποφάσισε, λίγο πριν τις εξετάσεις, στην ηλεκτρονική κλήρωση να μην δίνεται μόνο ένα θέμα σε κάθε κατηγορία, αλλά τρία. Οι διδάσκοντες επέλεξαν ένα από τα τρία θέματα που κληρώθηκαν για το σχολείο τους. Αυτό επέτρεψε στους διδάσκοντες να επιλέξουν το θέμα που ήταν πιο κοντά σ’ αυτά που δίδαξαν, να αποφύγουν τα δύσκολα θέματα, διότι τα θέματα της Τράπεζας, δυστυχώς, δεν ήταν του ίδιου βαθμού δυσκολίας, κάτι που αποτελεί σοβαρό μειονέκτημα. Ακόμη βοήθησε τους καθηγητές που δεν είχαν καταφέρει να ολοκληρώσουν σωστά την εξεταστέα ύλη να αποφύγουν θέματα που δεν είχαν διδάξει. Ας μην ξεχνάμε ότι τα σχολεία πέρυσι δεν λειτούργησαν σωστά, λόγω κορονοϊού, με μαθητές και καθηγητές να αρρωσταίνουν και να μπαίνουν σε καραντίνα. Αυτή η απόφαση συνέτεινε στο να μην έχουμε “θύματα”, δηλαδή μεγάλο αριθμό μετεξεταστέων. Γνωρίζουν πολύ καλά στο Υπουργείο Παιδείας ότι αν είχαν πολύ μεγάλο αριθμό μετεξεταστέων το σύστημα θα κατέρρεε όπως έγινε το 2014 αλλά και το 1999 όταν μετά τις εξετάσεις της Β Λυκείου έμεναν στην ίδια τάξη το 30% των μαθητών, γεγονός που οδήγησε το Υπουργείο Παιδείας στην αλλαγή του νόμου, ώστε, τελικά, να προαχθούν οι μαθητές. Έτσι, προκειμένου να περάσει χωρίς αντιδράσεις η Τράπεζα Θεμάτων την έκαναν πολύ εύκολη. Σταδιακά αναμένεται να δυσκολέψουν τα πράγματα και το σύνολο των θεμάτων να προέρχεται από την Τράπεζα Θεμάτων.

Τα αποτελέσματα αυτών των εξετάσεων είναι πολύ σημαντικά διότι μας προσφέρουν μέτρηση σε μαθήματα Γενικής Παιδείας, δηλαδή σε μαθήματα τα οποία διδάσκονται όλοι οι μαθητές. Αντίθετα στις Πανελλαδικές Εξετάσεις τα αποτελέσματα που βλέπουμε απεικονίζουν το επίπεδο μόνο όσων επέλεξαν τα συγκεκριμένα μαθήματα. Όταν δηλαδή βλέπουμε το μέσο όρο των Μαθηματικών στο 4ο Πεδίο να είναι πολύ κάτω από το 10, αυτό αφορά μόνο τους υποψηφίους που επέλεξαν αυτό το Πεδίο. Υπάρχουν και άλλοι υποψήφιοι από το 1ο και το 3ο Πεδίο που δεν εξετάζονται στα Μαθηματικά. Αυτό σημαίνει ότι δεν ξέρουμε το επίπεδο των γνώσεων στο σύνολο των μαθητών του Γενικού Λυκείου.

Δεν γνωρίζουμε επίσης τις επιδόσεις των μαθητών της ΣΤ Δημοτικού και της Γ Γυμνασίου στα υπόλοιπα μαθήματα παρά μόνο στη Γλώσσα και τα Μαθηματικά και μάλιστα με την πιλοτική εφαρμογή σε λίγα σχολεία. Στην “ελληνική PISA”, όπως συνηθίσαμε να τη λέμε, οι μερικώς σωστές απαντήσεις πήραν τους μισούς βαθμούς της σωστής απάντησης και αυτό αλλοιώνει την εικόνα, διότι οι μερικώς σωστές απαντήσεις είναι λάθος απαντήσεις, τουλάχιστον στα Μαθηματικά. Φυσικά και στις Προαγωγικές Εξετάσεις της Α και Β Λυκείου η εικόνα δεν είναι πολύ καθαρή, αφού τα θέματα δεν ήταν κοινά, υπήρχε διαφορετικός βαθμός δυσκολίας στα θέματα της Τράπεζας Θεμάτων, υπήρχε επιλογή από τα τρία θέματα της Τράπεζας Θεμάτων και η διόρθωση γινόταν από τους διδάσκοντες. Και πάλι, όμως, μπορούμε να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα.

Πώς έγραψαν, λοιπόν, οι μαθητές στις προαγωγικές Εξετάσεις; Στον πίνακα βλέπουμε τις επιδόσεις των μαθητών ανά μάθημα. Η διάταξη είναι σε φθίνουσα σειρά του ποσοστού αποτυχίας, βαθμού, δηλαδή,  κάτω από το 10. Το μάθημα με το μεγαλύτερο ποσοστό αποτυχίας, το μόνο μάθημα με περισσότερους μαθητές κάτω από τη βάση από όσους έγραψαν πάνω από τη βάση είναι η Φυσική με ποσοστό αποτυχίας 52,43%. Δεν υπάρχει άλλο μάθημα με ποσοστό αποτυχίας πάνω από 50%. Στην τρίτη θέση της αποτυχίας είναι η Χημεία με ποσοστό αποτυχίας 47,18%. Η μεγάλη αποτυχία σ’ αυτά τα δύο μαθήματα ίσως εξηγεί το φαινόμενο που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια στις Πανελλαδικές Εξετάσεις: Υπάρχει στροφή των υποψηφίων από το 2ο Πεδίο, που απαιτεί εξέταση στη Φυσική και τη Χημεία προς το 4ο Πεδίο που δεν απαιτούν εξέταση σ’ αυτά τα μαθήματα. Η Φυσική και η Χημεία αναδεικνύονται, λοιπόν, στο μεγάλο ασθενή του Λυκείου.

Στη δεύτερη και την τέταρτη θέση βρίσκονται η Γεωμετρία και η Άλγεβρα με ποσοστό αποτυχίας 49,62% και 46,89% αντίστοιχα. Αναμενόμενο το αποτέλεσμα. Είδαμε σε προηγούμενο άρθρο μας για τα αποτελέσματα της ελληνικής PISA, ότι το 25% των μαθητών της Γ Γυμνασίου γράφει κάτω από 8,5. Στο Λύκειο το ποσοστό αυτό μεγαλώνει και άλλο και φθάνει σχεδόν το 50% των μαθητών να γράφουν βαθμό μικρότερο του 10. Τα θετικά μαθήματα αποτελούν, λοιπόν, το αγκάθι της Εκπαίδευσής μας.

Αντίθετα στη Γλώσσα και την Ιστορία τα ποσοστά των μαθητών κάτω από τη βάση είναι από 13,64% στη Νέα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία, έως 38,21% στην Ιστορία. Η διαφορά μεταξύ των θετικών και των θεωρητικών μαθημάτων είναι πολύ μεγάλη. Αυτό σημαίνει ότι στα γλωσσικά μαθήματα γίνεται καλύτερη δουλειά στα σχολεία μας.

 

Πίνακας 1: Επιδόσεις μαθητών Α και Β Λυκείου στις προαγωγικές εξετάσεις 2022
Μάθημα Βαθμός<10 Βαθμός >10 Ποσοστό μαθητών κάτω από τη βάση
Φυσική 42.314 38.386 52,43
Γεωμετρία 75.925 77.100 49,62
Χημεία 38.081 42.631 47,18
Άλγεβρα 71.754 81.268 46,89
Ιστορία 58.448 94.498 38,21
Βιολογία 26.742 45.463 37,04
Αρχαία Ελληνικά 26.635 53.931 33,06
Νέα Ελληνική Γλώσσα και Λογοτεχνία 20.831 131.935 13,64
Πηγή: Καθημερινή. Επεξεργασία: Στράτος Στρατηγάκης

Το πρόβλημα με τα θετικά μαθήματα, με τη Φυσική να αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα, δεν είναι απλό. Η φυγή των μαθητών που δεν τα καταφέρνουν στη Φυσική και τη Χημεία από το 2ο Πεδίο, οδηγεί σε μεγάλη μείωση των υποψηφίων και σε πολλές κενές θέσεις στις σχολές του Πεδίου. Στον πίνακα 2 βλέπουμε ότι 4501 ήταν οι κενές θέσεις στις σχολές του 2ου πεδίου αποκλειστικά, δηλαδή σε σχολές που μπορούν να δηλώσουν μόνο οι υποψήφιοι του 2ου Πεδίου, σε σύνολο 10839 θέσεων που έμειναν κενές από όλα τα Πεδία. Δηλαδή το 41,52% των κενών θέσεων αφορούν σχολές του 2ου Πεδίου που δηλώνονται μόνο από υποψηφίους του 2ου Πεδίου. Φυσικά όλα αυτά θα φανούν ως προβλήματα μετά από περισσότερα από 10 χρόνια, όταν θα έχουμε έλλειψη μηχανικών και αποφοίτων των θετικών επιστημών.

Από την άλλη διεθνώς υπάρχει μεγάλη ζήτηση για αποφοίτους αυτών των σχολών και γίνεται παγκόσμια προσπάθεια να γίνουν πιο ελκυστικές αυτές οι σχολές, που έχουν βαφτιστεί STEM (Science, Technology, Engineering, Mathematics). Η εκρηκτική ανάπτυξη της τεχνολογίας αυξάνει τη ζήτηση για τέτοιους επιστήμονες. Εμείς θα έχουμε έλλειψη σε 10 χρόνια, συνεπώς θα χάσουμε το τρένο της τεχνολογίας, για να μείνουμε τελικά τα χαμογελαστά γκαρσόνια της Ευρώπης.

Πίνακας 2: Αριθμός Τμημάτων του 2ου Πεδίου και κενές θέσεις το 2022
Αριθμός τμημάτων Κενές θέσεις
Τμήματα του 2ου Πεδίου αποκλειστικά 110 4501
Τμήματα κοινά στο 2ο και το 4ο Πεδίο 51 1637
Συνολικός αριθμός κενών θέσεων σε όλα τα Πεδία 10839
Πηγή: ΥΠΑΙΘ Επεξεργασία: Στράτος Στρατηγάκης

Πηγή: Ναυτεμπορική.

Loading

Subscribe
Ειδοποίηση για
25 Σχόλια
Inline Feedbacks
Όλα τα σχόλια
Γιώργος Φασουλόπουλος
Αρχισυντάκτης

προσθέτω τον σύνδεσμο για όποιον ενδιαφέρεται για το άρθρο των ερευνητών απ το Αφιονκαραχισάρ  

Χαράλαμπος Κασωτάκης

Μεταφέροντας την εμπειρια μαθητή μου που διδάσκει φυσική στις ΗΠΑ και παρακολουθεί συνέδρια διδασκόντων είναι εκεί γενικά αποδεκτό ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι η διδασκαλία φυσικής από μη Φυσικούς. Οι αμοιβές των καθηγητών είναι ικανοποιητικές αλλά ένα καλός γνώστης της Φυσικής έχει πολύ μεγαλύτερες αμοιβές σε άλλους τομείς. Αν δούμε πόσοι κάτοχοι διδακτορικών Φυσικής σε πανεπιστήμια όπως Hαrvard, princeton, Yale κ.λ.π.(ανάμεσα στους οποίους και οι δύο καλύτεροι μεταπτυχιακοί φοιτητές που πέρασαν από το Πανεπιστήμιο Κρήτης) ασχολούνται με οικονομικά θα καταλάβουμε γιατί. Όπως επισήμανε ο κ Κεχρής στο άρθρο του στο περιοδικό Quantum ουδέποτε η ενασχόληση με επιστήμες αποτελούσε ατραπό προς το χρήμα. Πολλοί διάσημοι Αμερικανοί δάσκαλοι όπως ο Boris Kosunsky που αρθρογραφεί στο the physics theacher έχουν επισημάνει ότι ασχολήθηκαν με την εκπαίδευση επειδή ήθελαν ενώ είχαν πολύ καλύτερες οικονομικές προοπτικές αλλού. Επιπλέον παίζει ρόλο η κοινωνία: Στη Νορβηγία που πήγα ο καθηγητής έχει μεγάλο κοινωνικό status ενώ στην Αμερική η διδασκαλία θεωρείται… γυναικείο επάγγελμα και επικρατεί το Ρητό: “Όποιος μπορεί κάνει. Όποιος δεν μπορεί διδάσκει”

Τελευταία διόρθωση1 έτος πριν από Διονύσης Μάργαρης
Γιώργος Φασουλόπουλος
Αρχισυντάκτης

η επιλογή καθηγητών από παιδαγωγικά τμήματα με «ολίγη Φυσική» στα δημόσια σχολεία των ΗΠΑ εκτιμώ ότι πρέπει να αποτελέσει μια παράμετρο της «κρίσης στην εκπαίδευση της Φυσικής» που σχετίζεται με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά αυτής της μεγάλης χώρας

όμως η εμμονή σ αυτή την παράμετρο ίσως να συσκοτίζει το πρόβλημα

δεν είναι του παρόντος να ανοίξουμε το ζήτημα για το αν οι ΠΕ01 με μεταπτυχιακά ή και διδακτορικά στη Διδακτική ή στην Φυσική είναι κατά τεκμήριο πιο αποδοτικοί δάσκαλοι. Όχι με κριτήριο τις γραφειοκρατικές αξιολογήσεις αλλά εκεί, μέσα στις τάξεις και σε σχέση με εκείνους που πέτυχαν τη διδακτική τεχνογνωσία τους μέσα απ την εμπειρία, με εφόδιο την επαγγελματική αξιοπρέπεια και τη διάθεση να εμπλακούν με τους μαθητές τους ως προσωπικότητες

γι αυτό ας σταθούμε, πιο αποστασιοποιημένα, στους πανεπιστημιακούς των Φυσικών Τμημάτων

εκείνοι που άφησαν και αφήνουν θετικό αποτύπωμα στους φοιτητές τους, υπολείπονται των συναδέλφων τους στους «δείκτες επιστημοσύνης» – άδικο να παραγνωριστούν οι εξαιρέσεις

η επιλογή να διεκπεραιωθεί μια επιδραστική διδασκαλία είναι απαιτητικό έργο και χρονοβόρα επιλογή, με αποτέλεσμα να λειτουργεί εις βάρος της ερευνητικής ενασχόλησης

έτσι, γνωστοί ερευνητές, ακόμα βραβευμένοι με Νόμπελ, ασχολήθηκαν επιτυχώς με τη διδασκαλία και τα σχολικά Α.Π. τότε που επέλεξαν να ολοκληρώσουν την ερευνητική τους καριέρα, όπως ο Λέον Λέντερμαν και ο Τζωρτζ Τσάρπακ

και στα δικά μας, ο δημοφιλής στο σινάφι μας Καίσαρ Αλεξόπουλος, ακόμα και σήμερα, αναγνωρίζεται μάλλον ως δάσκαλος παρά ως ερευνητής

είναι βασικό και χωρίς καμιά αμφισβήτηση εφόδιο να ξες καλή Φυσική, για να την διδάξεις

εξίσου βασικό είναι να έχεις ανοιχτές κεραίες για να συμμεριστείς τις δυνατότητες των μαθητών που απευθύνεσαι, να είσαι ικανός για τις σχετικές προσαρμογές χωρίς να σε πνίγει η σχολαστική διατύπωση των εγχειριδίων που σέβεσαι, να αντιλαμβάνεσαι ότι είναι όρος σημαντικός η συμβολή σου σ αυτή τη συλλογική δραστηριότητα που την λέμε «ομαλή λειτουργία του σχολείου»
και αυτές οι ικανότητες δεν προκύπτουν από επιτυχείς σπουδές στη Φυσική, φοβάμαι ότι ούτε με θεωρητικά μεταπτυχιακά στη Διδακτική κατακτώνται

επανέρχομαι και επιμένω Χαράλαμπε

γιατί υποθέτω ότι αν η έμφαση στο πρόβλημα αποδοθεί στην στρέβλωση που καταγράφεται στις ΗΠΑ αλλά και σε κάποιες ακόμα αγγλοσαξονικές χώρες

και αν αυτή μεταφερθεί χωρίς φίλτρο και στα καθ ημάς ως μια απ τις κυρίαρχες παραμέτρους του προβλήματος,

θα οδηγήσει σε χωρίς νόημα διχασμούς μεταξύ των ΠΕ04, χωρίς καθόλου να αγγίζει το πρόβλημα που συζητάμε

εύχομαι καλό μάθημα! 

Τελευταία διόρθωση1 έτος πριν από Γιώργος Φασουλόπουλος
Τίνα Νάντσου
22/09/2022 8:18 ΜΜ

Γιώργο το Cornell προφανώς, μετά από επιστημονική έρευνα, θεωρεί ότι η κρίση στην εκπαίδευση της φυσικής οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ότι την φυσική δεν την διδάσκουν φυσικοί.
Στην Ελλάδα οι πρόεδροι όλων των Τμημάτων Φυσικής έβγαλαν κοινή ανακοίνωση για την Εκπαίδευση της Φυσικής στα σχολεία το καλοκαίρι που μας πέρασε.

https://www.phys.uoa.gr/anakoinoseis_kai_ekdiloseis/proboli_anakoinosis/anakoinosi_ton_proedron_ton_tmimaton_fysikis_schetika_me_tin_katanomi_ton_diorismon_sti_deyterobathmia/

” Η Φυσική προσφέρει σε κάθε άνθρωπο τις βασικές γνώσεις για να καταλαβαίνει στοιχειωδώς τον κόσμο και την τεχνολογία και να τη χρησιμοποιεί με ασφάλεια. Αποτελεί το επιστημονικό υπόβαθρο όλων των φυσικών/θετικών επιστημών και των διαφόρων ειδικοτήτων Μηχανικών. Εκπαιδεύει στον τεκμηριωμένο τρόπο σκέψης και τον έλεγχο των συλλογισμών με την παρατήρηση ή το πείραμα. Για τους λόγους αυτούς, η διδασκαλία της Φυσικής έχει κυρίαρχη θέση στη σχολική εκπαίδευση κάθε χώρας. Δυστυχώς, δεν είναι ασυνήθιστο στα Γυμνάσια και Λύκεια της χώρας μας η Φυσική να διδάσκεται από εκπαιδευτικό προσωπικό άλλων ειδικοτήτων, χωρίς σπουδές φυσικής. Η επιτυχής υλοποίηση των νέων σύγχρονων αναλυτικών προγραμμάτων απαιτεί, όμως, ένα σωστά καταρτισμένο εκπαιδευτικό που από τις βασικές σπουδές του έχει τη δυνατότητα επεξήγησης των εννοιών, μέσα και από τη διενέργεια πειραμάτων φυσικής. Η πολιτεία το 2021 διόρισε 87 Φυσικούς και για εφέτος ανακοινώθηκε ο διορισμός μόλις 57 Φυσικών, ενώ την προηγούμενη δεκαετία υπήρχαν μόνο συνταξιοδοτήσεις. Οι αριθμοί αυτοί είναι μικροί και ανεξήγητα πολύ μικρότεροι από άλλες ειδικότητες των Φυσικών Επιστημών, λαμβάνοντας υπόψη τα κενά εκπαιδευτικών, όπως αποτυπώνονται στους ετήσιους αριθμούς αναπληρωτών καθηγητών κάθε ειδικότητας, αλλά και τον οριζόμενο από την πολιτεία πανελλαδικό αριθμό εισακτέων φοιτητών σε κάθε ειδικότητα. Αρνητική παρενέργεια αυτής της ανισορροπίας διορισμών είναι η τοποθέτηση νεοδιόριστων μη φυσικών και σε θέσεις με αντικείμενο διδασκαλίας τη Φυσική, υποβαθμίζοντας την ποιότητα της διδασκαλίας της. Το Υπουργείο Παιδείας, οφείλει με βάση τους διαθέσιμους πόρους, να προβεί στην καλύτερη δυνατή κατανομή των θέσεων σε μόνιμο εκπαιδευτικό προσωπικό, με βάση το γνωστικό αντικείμενο και τις πραγματικές ανάγκες των σχολείων ανά μάθημα. Η Φυσική ως Υποχρεωτικό μάθημα σε Γυμνάσιο και Λύκειο, αλλά και Πανελλαδικά εξεταζόμενο μάθημα σε 2 από τα 4 επιστημονικά Πεδία έχει ανάγκη από ένα σημαντικά μεγαλύτερο αριθμό διορισμών Φυσικών. Καλούμε το Υπουργείο Παιδείας να επανεξετάσει και διορθώσει το δυσανάλογα μικρό αριθμό διορισμών Φυσικών για δεύτερη συνεχή χρονιά.”
Επομένως το θέμα δεν είναι συντεχνιακό, αλλά ουσιαστικό, και δυστυχώς από ότι φαίνεται δεν αφορά μόνον την Ελλάδα αλλά και χώρες όπως οι ΗΠΑ που διαθέτουν πόρους για να παρέχουν στους μαθητές υψηλου επιπέδου επιστημονική εκπαίδευση.
Για να διδαχθεί ένα γνωστικό αντικείμενο με τον καλύτερο δυνατό τρόπο για τους μαθητές, είναι θεμελιώδες το αντικείμενο αυτό, να το γνωρίζει σε βάθος ο διδάσκων. Φαντάζομαι ότι όλοι συμφωνούμε σε αυτό.
Μετά συζητάμε και όλα τα άλλα.
Ας ξεκινήσουμε από τα βασικά.

Γιώργος Φασουλόπουλος
Αρχισυντάκτης
Απάντηση σε  Τίνα Νάντσου

Τίνα,

ούτε η ανακοίνωση του Cornell αλλά ούτε η αντίστοιχη των ελληνικών τμημάτων φυσικής δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστούν ως έρευνες

όπως ούτε η ταυτόσημη σχετική παρέμβαση  της ΕΕΦ για το ίδιο θέμα αποτελεί επιστημονική ανακοίνωση

πρόκειται για ανακοινώσεις που επισημαίνουν μια απ τις παραμέτρους του προβλήματος της κρίσης και στοχεύουν στην επαγγελματική απορροφητικότητα των αποφοίτων τους

της Διδακτικής ΦΕ το Cornell και των αποφοίτων των φυσικών τμημάτων οι δυό εγχώριες

η παρέμβαση για τα επαγγελματικά δικαιώματα του κλάδου από τους αντίστοιχους επιστημονικούς κλάδους είναι και θεμιτή και επιβεβλημένη

όταν όμως τα διαπραγματευτικά επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται εκλαμβάνονται ως μείζονα επιστημονικά συμπεράσματα, εγώ επιλέγω να κρατήσω απόσταση

αφού εκτιμώ ότι αν θα ήταν δυνατόν σε όποια άκρη της χώρας και σε όποιο απομονωμένο σχολείο της και σε όποια βαθμίδα της εκπαίδευσης η φυσική διδασκόταν από φυσικούς και η χημεία από χημικούς θα βελτιωνόταν μετρήσιμα η ικανότητα των μαθητών στα δυο μαθήματα

επιλέγοντας να διαφοροποιώ τις ανακοινώσεις και τα διαπραγματευτικά επιχειρήματά τους απ τις αυθεντικές ερευνητικές εργασίες, πάντα με σεβασμό στο κύρος των ιδρυμάτων που τις εκπέμπουν, ακριβώς γι αυτό επέλεξα να παραθέσω την ανακοίνωση του Cornell,

εκτιμώ ότι η απόλυτη εξειδίκευση δεν αποτελεί τη βασική παράμετρο αυτού που λέμε «κρίση στη διδασκαλία της φυσικής» για την περίπτωση του γυμνασίου

στο λύκειο η διδασκαλία της φυσικής εξυπηρετείται κυρίως από φυσικούς, όχι σε ιδανική αναλογία αλλά συγκριτικά πολύ υψηλότερη απ το γυμνάσιο, οπότε εκτιμώ ότι εντάσσεται σε άλλο ερευνητικό δείγμα για όποιον επιθυμούσε να το ψάξει

Τίνα, θεωρώ ότι εγώ έχω εξαντλήσει το θέμα

προφανώς είμαι όλος αυτιά για να ακούσω αντίλογο από σένα ή απ όποιον άλλο προαιρείται

Τίνα Νάντσου
23/09/2022 9:26 ΠΜ

Παραθέτω και το paper ” A Crisis in Physics Education : Games to the Rescue!” https://www.tandfonline.com/doi/full/10.11120/ital.2006.05030003

στο οποίο αναφέρει ότι
” Smithers and Robinson note that between 1994 and 2004, twenty-four university physics departments have closed. Only about 8% of university entrants with A-level physics read physics per se. The majority migrate to engineering, technology and medical sciences (Smithers and Robinson 2006 p.i). They also report that science in schools is taught principally by biologists; in 1983 one in three science trainee teachers were physicists, now this is one in eight. (op.cit. 2006 p.ii). In their 2005 study they report that was not a single teacher who had studied physics at university in 23.5% of 11–16 schools. Taken together with their other finding that “teachers’ expertise in physics as measured by qualification is the second most powerful predictor of pupil achievement at GCSE” (op.cit. 2005 p.iii)”και στη συνέχεια αναφέρει
” The Institute of Physics has made a number of recommendations (IOP 2001 pp.6–7). We highlight three of these, for the purposes of our project:

  • “An increasing number of young people must be enthused by physics” (my italics)
  • “The critical shortage of physics teachers in schools and colleges is the greatest threat to the future supply of scientists and engineers”
  • “There is a case for a new degree drawing heavily upon physics, being more interdisciplinary in focus and accessible by undergraduates with more modest mathematical experience”.”

Την φυσική πρέπει να την διδασκουν φυσικοί αν θέλουμε να αναβαθμιστεί το μάθημα της φυσικής στα σχολεία διεθνώς.
Δεν είναι τυχαίο ότι στον ιδιωτικό τομέα (φροντιστήρια, ιδιωτικά σχολεία) την φυσική την διδάσκουν φυσικοί.
Προφανώς δεν αρκεί να γνωρίζεις το αντικείμενο σε βάθος για να το διδάσκεις καλά, αλλά είναι η βάση.
Και προφανώς τα όλα τα τμήματα φυσικης αλλά και το Cornell γνωρίζουν σε βάθος αυτές τις έρευνες PER.
Πραγματι η εφαρμογή αυτού είναι δύσκολη, όπως αναφέρεις Γιώργο, στα απομονωμένα σχολεία της χώρας όπως και στα νησιά.
Ας γίνει όμως η αρχή.

Χαράλαμπος Κασωτάκης
Απάντηση σε  Τίνα Νάντσου

Δεν είναι μόνο το Cornell. Εδώ και μία δεκαπενταετία απασχολεί όλη την Αμερικανική κοινότητα δασκάλων φυσικής ότι η Φυσική διδάσκεται από μη φυσικούς και τις επιπτώσεις που αυτό έχει στη διδασκαλία της Φυσικής αλλά και για ολόκληρο το Αμερικανικό έθνος βλ π.χ

https://physicstoday.scitation.org/doi/pdf/10.1063/1.3086101

και γίνονται προσπάθειες βελτίωσης της αναλογίας των φυσικών στις θετικές επιστήμες.
Στην Ελλάδα είμαστε τυχεροί σε αυτό. Η φυσική κυρίως στο Λϋκειο αλλά και στο Γυμνάσιο διδάσκεται από φυσικούς. Μερικές εξαιρέσεις όπως νησιά ή ορεινά μέρη δεν αλλοιώνουν το τελικό αποτέλεσμα. Προφανώς και δεν είναι, στην Ελλάδα τουλάχιστον, το κύριο πρόβλημα στη διδασκαλία της φυσικής. Εχουμε άλλα, κατά τη γνώμη μου, σοβαρότερα π.χ. στο Πανεπιστήμιο Κρήτης εδώ και 35 χρόνια δεν υπάρχει ούτε ένας, έστω αναπληρωτής καθηγητής, διδακτικής της Φυσικής στο,καλό κατά τα άλλα, Φυσικό Τμήμα, στο νέο πρόγραμμα σπουδών δεν ασχολήθηκαν ειδικοί με τα προγραμματα σπουδών και Καθηγητές πανεπιστημίου ειδικοί στη διδακτική της Φυσικής και αγνοήθηκαν όλα τα άλλα προγραμματα σπουδών όλων των άλλων χωρών κ.λ.π. Υπάρχουν και άλλα σοβαρότερα προβλήματα όπως π.χ. ότι η Ελλάδα είναι από τις λίγες παγκόσμια χώρες που καλοί γνώστες Φυσικής σε πανεπιστήμια και Πολυτεχνεία παραμενουν άνεργοι που έχει τρομερό αντίκτυπο στη ψυχολογία των μαθητών που αγαπούν τη φυσική. Αυτό όμως αφορά γενικά τα κακώς κείμενα ολόκληρου του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος και κράτους και δεν μπορεί να συζητηθεί εδώ.

Γιάννης Κυριακόπουλος
Αρχισυντάκτης

Καλησπέρα παιδιά.
Γιατί αυτή η εικόνα (περισσότεροι κάτω από τη βάση) το 2022;
Η Φυσική είναι δυσκολότερο μάθημα;
Η Φυσική δεν προκαλεί το ενδιαφέρον;
Τα θέματα Φυσικής είναι τέτοιας φύσης;
Η τράπεζα περιέχει προβληματικά θέματα;
Η Φυσική δεν διδάσκεται από Φυσικούς;
Απουσιάζουν τα εργαστήρια;
Οι μαθητές εγκατέλειψαν νωρίς τη Φυσική αποφασισμένοι να στραφούν σε άλλες Κατευθύνσεις πέραν της Θετικής και Υγείας;

Θα συνέβαινε το ίδιο με το καθεστώς του παρελθόντος; (τρεις θεωρίες και διάλεγαν δύο, δύο ασκήσεις και διάλεγαν μία).
Το ότι προάγεσαι με βαθμούς κάτω από τη βάση σε πρωτεύοντα μαθήματα, πόσο επηρεάζει;

Δεν είναι εύκολο θέμα συζήτησης. Λόγου χάριν τι θα πει ένας συνάδελφος που είναι Φυσικός, που δίδαξε επαρκώς έως μερακλήδικα αλλά διαπίστωσε ότι η παραπάνω στατιστική επαληθεύτηκε στο σχολείο του;

Μουρούζης Παναγιώτης

Στα λόγια μου έρχεσαι Γιάννη. Για να διορθώσεις μία ασθένεια πρέπει πρώτα να βρεις την αιτία. Αλλιώς με χορηγία παυσίπονων η ασθένεια θα παραμένει και πιθανότατα να υποτροπιάσει.
Θέλω όμως να επισημάνω και κάτι άλλο. Άλλη η φυσική που θα πρέπει να κάνουμε για τους μαθητές που πρόκειται ν’ ακολουθήσουν φυσικές επιστήμες και άλλη γι αυτούς που δεν θ’ ασχοληθούν με αυτές. Η φυσική είναι ένα πολιτιστικό αγαθό που θα πρέπει να το προσφέρουμε σε όλους τους πολίτες. Σε αυτή την περίπτωση το μάθημα θα πρέπει να έχει έναν εντελώς διαφορετικό χαρακτήρα από αυτό των κατευθύνσεων. Θα πρέπει να είναι ενδιαφέρον, θα έλεγα συναρπαστικό αλλά ταυτόχρονα και κατανοητό. Ασχοληθήκαμε καθόλου με αυτό το κομμάτι; Νομίζω όχι. Απλά το έργο αυτό το αφήσαμε στους συγγραφείς εκλαϊκευτικών βιβλίων φυσικής.

Γιάννης Κυριακόπουλος
Αρχισυντάκτης

Καλημέρα Πάνο.
Εκτός από την αιτία της ασθένειας πρέπει να βρούμε και την ασθένεια.
Ποια παρουσιάζεται ως ασθένεια εδώ;
Αντιλαμβάνομαι πως παρουσιάζεται ως τέτοια το μεγάλο πλήθος των κάτω από τη βάση βαθμών και όχι η ποιότητα της διδασκόμενης Φυσικής.

Σκέφτομαι ότι θα ήταν δυνατό η Φυσική να διδασκόταν άριστα και ταυτόχρονα να υπήρχαν πολλοί βαθμοί κάτω από τη βάση (δύσκολο αντικείμενο, στιφνή δομή θεμάτων) αλλά και το ακριβώς αντίθετο.